Circle the correct word
Ο Μέλιος, όμως, δεν είχε πάρει .......... (κίνηση, είδηση, προειδοποίηση) απ’ αυτά κι εξακολουθούσε να .......... (σχεδιάζει, κυκλώνει, γράφει) τα παραμύθια του πάνω στους σοβάδες. .......... (Ίδιες, Όλες, Κάμποσες) μάλιστα φορές ήταν .......... (όσο, τόσο, πόσο) όμορφα αυτά που σχεδίαζε, που .......... (χανόταν, θυμόταν, τρελαινόταν) κι ο ίδιος για την ομορφιά τους κι έτρεμε να μην σβήσουν. Μα οι σοβάδες ήταν άπιστοι. Απ’ τη μια στιγμή στην άλλη αλλάζανε τα παραμύθια τους. Ήταν για να σκάσει ο Μέλιος απ’ αυτή την .......... (απιστία, ασιτία, αρρυθμία). Έστυψε το μικρό του κεφάλι για να βρει κάτι. Το ζούπησε, το καλόπιασε... Ήταν ανάγκη να βρει ένα τρόπο να δένει τα παραμύθια, για να μην του φεύγουνε. Μα το ταβάνι, όσο κι αν ήταν .......... (τρυφερό, βολικό, φιλικό), άλλη βοήθεια δεν μπορούσε να του δώσει. Αυτό τού έδωσε τους ξεφτισμένους του σοβάδες, γεμάτους σχέδια και καραγκιοζάκια. «Ε... τα παρακάτω πια, Μέλιο, βρες τα μοναχός σου». Έτσι ήταν, είχε δίκιο το ταβάνι. Κι άρχισε, λοιπόν, .......... (ξανά, άλλοτε, κάποτε) ο Μέλιος το σφίξιμο και το ζούπηγμα του κεφαλιού.Κι εκεί, μια μέρα, με το μικρό του άρρωστο κεφάλι, ανακάλυψε ολομόναχος τον .......... (κόπο, τρόπο, στόχο), που είχαν ανακαλύψει οι άνθρωποι πριν από χιλιάδες χρόνια∙ τον τρόπο να γίνει κανείς συγγραφέας. Έσυρε κοντά στο στρώμα το μολύβι του και το τετράδιο κι άρχισε να γράφει τα παραμύθια του ταβανιού. Άλλος όμως δεν έδωσε χέρι, δεν τον βοήθησε άλλος κανένας. Σιγά σιγά, μάλιστα, άρχισε να μην έχει .......... (χάρη, ανάγκη, βάρη) από βοήθεια ούτε κι απ’ το ταβάνι και τα ‘φτιαχνε ολότελα μόνος του. Ήταν ιστορίες του κεφαλιού του και τίποτις άλλο.
Μενέλαος Λουντέμης, «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα 1999, σσ. 124-125.
Key to exercise
Ο Μέλιος, όμως, δεν είχε πάρει είδηση απ’ αυτά κι εξακολουθούσε να σχεδιάζει τα παραμύθια του πάνω στους σοβάδες. Κάμποσες μάλιστα φορές ήταν τόσο όμορφα αυτά που σχεδίαζε, που τρελαινόταν κι ο ίδιος για την ομορφιά τους κι έτρεμε να μην σβήσουν. Μα οι σοβάδες ήταν άπιστοι. Απ’ τη μια στιγμή στην άλλη αλλάζανε τα παραμύθια τους. Ήταν για να σκάσει ο Μέλιος απ’ αυτή την απιστία. Έστυψε το μικρό του κεφάλι για να βρει κάτι. Το ζούπησε, το καλόπιασε... Ήταν ανάγκη να βρει ένα τρόπο να δένει τα παραμύθια, για να μην του φεύγουνε. Μα το ταβάνι, όσο κι αν ήταν βολικό, άλλη βοήθεια δεν μπορούσε να του δώσει. Αυτό τού έδωσε τους ξεφτισμένους του σοβάδες, γεμάτους σχέδια και καραγκιοζάκια. «Ε... τα παρακάτω πια, Μέλιο, βρες τα μοναχός σου». Έτσι ήταν, είχε δίκιο το ταβάνι. Κι άρχισε, λοιπόν, ξανά ο Μέλιος το σφίξιμο και το ζούπηγμα του κεφαλιού.Κι εκεί, μια μέρα, με το μικρό του άρρωστο κεφάλι, ανακάλυψε ολομόναχος τον τρόπο, που είχαν ανακαλύψει οι άνθρωποι πριν από χιλιάδες χρόνια∙ τον τρόπο να γίνει κανείς συγγραφέας. Έσυρε κοντά στο στρώμα το μολύβι του και το τετράδιο κι άρχισε να γράφει τα παραμύθια του ταβανιού. Άλλος όμως δεν έδωσε χέρι, δεν τον βοήθησε άλλος κανένας. Σιγά σιγά, μάλιστα, άρχισε να μην έχει ανάγκη από βοήθεια ούτε κι απ’ το ταβάνι και τα ‘φτιαχνε ολότελα μόνος του. Ήταν ιστορίες του κεφαλιού του και τίποτις άλλο.
Μενέλαος Λουντέμης, «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα 1999, σσ. 124-125.