ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική. Το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου... ODYSSEUS ELYTIS AXION ESTI The language they gave me Greek. Poor the house on Homer's Shores.My only care my language on Homer's shores.
Monday, 15 September 2014
Literature – Iordanidou - Tenses
1. Underline the Past Continuous in the text in the indicative mood.
2. Then, form the verb in all the tenses of the indicative mood in the appropriate person and number.
Όλα ήταν ωραία στη ζωή, και όσο γερνούσε, τόσο πιο πολύ όλα τ’ αγαπούσε η Λωξάντρα.Αγαπούσε το Μακροχώρι, με τ’ ανοιχτό το πέλαγος και τα ωραία του θαλασσινά: τα στρείδια του, τα χτένια του, τον αστακό του...
Αγαπούσε το Βόσπορο με τα μεγάλα μέγαρα, που τα σκαλοπάτια τους κατέβαιναν ίσαμε τον πάτο της θάλασσας. Με τα χιλιόχρονα πλατάνια, τις καστανιές, τα ωραία τρεχούμενα νερά, τα άγρια ρέματα, που κουβαλούσανε μπουλούκι το ψάρι απ’ τη Μαύρη Θάλασσα: τον κέφαλο, το καλκάνι, τον ξιφιό...
Αγαπούσε τα Πριγκιπόνησα με τους πευκώνες τους και τα ήρεμα γαλανά τους νερά.
Η Λωξάντρα αγαπούσε ολάκερη την Πόλη, και την άνοιξη την πολίτικια που έφερνε το Πάσχα, έφερνε και τη γιορτή της. Έφερνε και το τριαντάφυλλο του Απρίλη (ωφέλιμο στη δυσκοιλιότητα), το μαγιάτικο τριαντάφυλλο (τη ροδοζάχαρη), το φραγκοστάφυλο (δροσιστικό στον πυρετό).
Αγαπούσε το καλοκαίρι, που βγάζανε το τραπέζι τους στον κήπο και τρώγανε κάτω απ’ τον πλάτανο. Εκεί που κάθουνταν τότες που ήταν νέα και έκανε τα ραψίματά της, και περίμενε ν’ ακούσει τη φωνή του βαρβάτου βόσνου παγωτοπώλη – του ντοντουρματζή.
- Ντον – ντουρμά καϊμάκ! Φώναζε ο ντοντουρματζής, και τρέχανε τότες τα παιδιά με πιάτα και φλιτζάνια στο χέρι, να πάρουνε το απογευματινό τους το παγωτό.
Πώς να μην αγαπά την Πόλη, που της χάρισε μια τόσο ωραία ζωή, μια ζωή τόσο γεμάτη, που να μη σε φτάνει το εικοσιτετράωρο για να χαρείς.
Μαρία Ιορδανίδου, "Λωξάντρα”, Εστία: Αθήνα 1963, σσ. 83-84.
Key to exercise
Όλα ήταν ωραία στη ζωή, και όσο γερνούσε, τόσο πιο πολύ όλα τ’ αγαπούσε η Λωξάντρα.Αγαπούσε το Μακροχώρι, με τ’ ανοιχτό το πέλαγος και τα ωραία του θαλασσινά: τα στρείδια του, τα χτένια του, τον αστακό του...
Αγαπούσε το Βόσπορο με τα μεγάλα μέγαρα, που τα σκαλοπάτια τους κατέβαιναν ίσαμε τον πάτο της θάλασσας. Με τα χιλιόχρονα πλατάνια, τις καστανιές, τα ωραία τρεχούμενα νερά, τα άγρια ρέματα, που κουβαλούσανε μπουλούκι το ψάρι απ’ τη Μαύρη Θάλασσα: τον κέφαλο, το καλκάνι, τον ξιφιό...
Αγαπούσε τα Πριγκιπόνησα με τους πευκώνες τους και τα ήρεμα γαλανά τους νερά.
Η Λωξάντρα αγαπούσε ολάκερη την Πόλη, και την άνοιξη την πολίτικια που έφερνε το Πάσχα, έφερνε και τη γιορτή της. Έφερνε και το τριαντάφυλλο του Απρίλη (ωφέλιμο στη δυσκοιλιότητα), το μαγιάτικο τριαντάφυλλο (τη ροδοζάχαρη), το φραγκοστάφυλο (δροσιστικό στον πυρετό).
Αγαπούσε το καλοκαίρι, που βγάζανε το τραπέζι τους στον κήπο και τρώγανε κάτω απ’ τον πλάτανο. Εκεί που κάθουνταν τότες που ήταν νέα και έκανε τα ραψίματά της, και περίμενε ν’ ακούσει τη φωνή του βαρβάτου βόσνου παγωτοπώλη – του ντοντουρματζή.
- Ντον – ντουρμά καϊμάκ! Φώναζε ο ντοντουρματζής, και τρέχανε τότες τα παιδιά με πιάτα και φλιτζάνια στο χέρι, να πάρουνε το απογευματινό τους το παγωτό.
Πώς να μην αγαπά την Πόλη, που της χάρισε μια τόσο ωραία ζωή, μια ζωή τόσο γεμάτη, που να μη σε φτάνει το εικοσιτετράωρο για να χαρείς.
Μαρία Ιορδανίδου, "Λωξάντρα”, Εστία: Αθήνα 1963, σσ. 83-84.
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | είναι |
ΠΡΤ. | ήταν |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα είναι |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα είναι |
ΑΟΡ. | ήταν |
ΠΑΡ. | (έχει υπάρξει - έχει γίνει) |
ΥΠΕΡ. | (είχε υπάρξει - είχε γίνει) |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | (θα έχει υπάρξει - θα έχει γίνει) |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | γερνά(ει) |
ΠΡΤ. | γερνούσε - γέρναγε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα γεράσει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα γερνάει - θα γερνά |
ΑΟΡ. | γέρασε |
ΠΑΡ. | έχει γεράσει |
ΥΠΕΡ. | είχε γεράσει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχει γεράσει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | αγαπά(ει) |
ΠΡΤ. | αγαπούσε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα αγαπήσει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα αγαπά(ει) |
ΑΟΡ. | αγάπησε |
ΠΑΡ. | έχει αγαπήσει |
ΥΠΕΡ. | είχε αγαπήσει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχει αγαπήσει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | κατεβαίνουν(ε) |
ΠΡΤ. | κατέβαιναν |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα κατεβούν - θα κατέβουν |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα κατεβαίνουν |
ΑΟΡ. | κατέβηκαν |
ΠΑΡ. | έχουν κατεβεί – έχουν κατέβει |
ΥΠΕΡ. | είχαν κατεβεί – είχαν κατέβει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχουν κατεβεί – θα έχουν κατέβει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | κουβαλάν(ε) - κουβαλούν |
ΠΡΤ. | κουβαλούσαν - κουβάλαγαν |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα κουβαλήσουν |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα κουβαλάν(ε) – θα κουβαλούν |
ΑΟΡ. | κουβάλησαν |
ΠΑΡ. | έχουν κουβαλήσει |
ΥΠΕΡ. | είχαν κουβαλήσει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχουν κουβαλήσει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | βγάζουν(ε) |
ΠΡΤ. | έβγαζαν - βγάζανε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα βγάλουν |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα βγάζουν |
ΑΟΡ. | έβγαλαν - βγάλανε |
ΠΑΡ. | έχουν βγάλει |
ΥΠΕΡ. | είχαν βγάλει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχουν βγάλει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | τρώνε – τρων |
ΠΡΤ. | έτρωγαν - τρώγανε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα φάνε |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα τρώνε |
ΑΟΡ. | έφαγαν - φάγανε |
ΠΑΡ. | έχουν φάει |
ΥΠΕΡ. | είχαν φάει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχουν φάει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | κάθεται |
ΠΡΤ. | καθόταν – (κάθουνταν) |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα καθίσει – θα κάτσει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα κάθεται |
ΑΟΡ. | κάθισε - έκατσε |
ΠΑΡ. | έχει καθίσει – έχει κάτσει |
ΥΠΕΡ. | είχε καθίσει – είχε κάτσει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχει καθίσει – θα έχει κάτσει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | κάνει |
ΠΡΤ. | έκανε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα κάνει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα κάνει |
ΑΟΡ. | έκανε |
ΠΑΡ. | έχει κάνει |
ΥΠΕΡ. | είχε κάνει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχει κάνει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | περιμένει |
ΠΡΤ. | περίμενε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα περιμένει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα περιμένει |
ΑΟΡ. | περίμενε |
ΠΑΡ. | - |
ΥΠΕΡ. | - |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | - |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | φωνάζει |
ΠΡΤ. | φώναζε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα φωνάξει |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα φωνάζει |
ΑΟΡ. | φώναξε |
ΠΑΡ. | έχει φωνάξει |
ΥΠΕΡ. | είχε φωνάξει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχει φωνάξει |
ΟΡΙΣΤΙΚΗ | |
ΕΝΣ. | τρέχουν(ε) |
ΠΡΤ. | έτρεχαν - τρέχανε |
ΣΤΙΓ.ΜΕΛ. | θα τρέξουν(ε) |
ΣΥΝ.ΜΕΛ. | θα τρέχουν(ε) |
ΑΟΡ. | έτρεξαν – τρέξανε |
ΠΑΡ. | έχουν τρέξει |
ΥΠΕΡ. | είχαν τρέξει |
ΣΥΝΤ.ΜΕΛ. | θα έχουν τρέξει |
Subscribe to:
Posts (Atom)